Αργιθέα: Ο τόπος και οι άνθρωποι
Γράμμα από τον ταχυδρόμο Μήτσο Κουτσουπιά…
Όταν οι αγροτικοί διανομείς όργωναν με τα πόδια τα βουνά της Αργιθέας μεταφέροντας παρηγοριά και ελπίδα!
Για την αντιγραφή Β.Λ.Τσιουραντάνης
Γεννήθηκα τον Ιούλιο του 1950 στα Τρίκαλα, όπου ο πατέρας μου υπηρετούσε ως αστυνομικός και όταν ήμουν περίπου 10 μηνών μετακομίσαμε μόνιμα στο πατρικό μας
Στα Βραγκιανά ως τότε λειτουργούσε ταχυδρομικό πρακτορείο και το 1971 τα ΕΛ.ΤΑ ίδρυσαν Ταχυδρομικό γραφείο με προϊστάμενο τον Γ. Τσιατσιάνη. Διορίστηκα την ίδια χρονιά ως αγροτικός διανομέας και υπηρέτησα μέχρι το 1979-80 κάνοντας το δρομολόγιο Βραγκιανά, Αργύρι, Καταφύλλι, Βραγκιανά. Ο αυτοκινητόδρομος δεν είχε έρθει ακόμη στα χωριά μας, ήταν ακόμη τότε στο Καρφί!
15 και πλέον ώρες ποδαρόδρομο με βροχές και χιόνια!…
Ξεκινούσα πριν χαράξει, αφού πρώτα φόραγα τη γκριζογάλανη ταχυδρομική στολή, το πηλίκιο και τη γραβάτα –ένας χωριανός μου μάλιστα κάποτε μου έκανε αναφορά γιατί δε φορούσα πάντα γραβάτα- έπαιρνα την ταχυδρομική σάκα και την καραμούζα μου και πήγαινα από τον συνοικισμό μου στο κέντρο του χωριού για να παραλάβω την αλληλογραφία. Την αλληλογραφία την έφερνε εκείνη την εποχή από τα Κουμπουριανά, που ήταν το κεντρικό ταχυδρομικό γραφείο της Αργιθέας, ο Ηλίας Κίσσας, ένας άνθρωπος με δύναμη γίγαντα. Φόρτωνε την αλληλογραφία σε ένα γαϊδουράκι που είχε και κάποιες φορές, τη φορτωνόταν στην πλάτη του,50 οκάδες βάρος, και τη μετέφερε έξι ώρες ποδαρόδρομο μέσα από ένα πολύ επικίνδυνο μονοπάτι!!!
Τρεις φορές την εβδομάδα έπρεπε να κάνω μια διαδρομή πάνω από 50 Χιλιόμετρα!
Τρεις φορές την εβδομάδα, Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή, ξεκινούσα από τα Βραγκιανά για να μοιράσω την αλληλογραφία στο Αργύρι και το Καταφύλλι. Τις άλλες μέρες μοίραζα τα γράμματα μέσα στο χωριό ή δούλευα μέσα στο ταχυδρομείο. Κάποιες μέρες έκανα και τον τηλεφωνητή! Δουλεύαμε τότε και τις Κυριακές. Το άλλο δρομολόγιο του γραφείου Βραγκιανών, που ήταν πολύ πιο δύσκολο, για Μάραθο, Μαρκελέσι, Στεφανιάδα, το έκανε τότε ο Χρυσόστομος ο Κωτσιώρης, ο μπατζανάκης μου, και για ένα διάστημα στην επιστράτευση του ΄74 ή όταν έπαιρνε άδεια έκανα κάποιες μέρες και το δικό του δρομολόγιο. Είτε με κρύο είτε με λιοπύρι, είτε με χιονόνερο είτε με παγωνιά και ξεροβόρι, μέσα από ένα δύσκολο μονοπάτι, μέσα από γκρεμούς και κατεβασμένα ποτάμια, τρεις φορές την εβδομάδα, όπως είπα, πότε με τα πόδια, πότε με το μοναδικό μου «όχημα» το μουλάρι μου τον Κουτσιάφτη -και αργότερα ένα άλογο που απέκτησα- έπρεπε να κάνω μια διαδρομή πάνω από 50 χιλιόμετρα τη μέρα. Με τα πόδια βέβαια πήγαινα γρηγορότερα, γιατί έκοβα δρόμο ακολουθώντας ένα στενό και δύσβατο μονοπάτι.
Πρώτος σταθμός της διαδρομής τα Πλάγια στην Αγιά Σωτήρα, μετά στις Πέτρες και τα Ρόγκια, ανέβαινα στον Κλόκοβο στη Μυρμιτζάλα και από εκεί κατέβαινα στο Καταφύλλι. Αυτό ήταν και το πιο δύσκολο κομμάτι, γιατί το χειμώνα είχε πολλά χιόνια. Συνέχιζα έπειτα στο Αργύρι, τη Μ. Πέτρα Αργυρίου, το Μακρύκαμπο, τα Κελάρια, το Αρδάναβο, τη Μπράβα Καταφυλλίου, τα Γρυμπιανά, όπου, ειδικά το χειμώνα, με έπιανε η νύχτα. Επέστρεφα στο σπίτι μου στα Νεοχώρια πολλές φορές με δυο και τρεις ώρες νύχτα με το φακό, περνώντας από ερημιές και βαθιές ρεματιές έχοντας να αντιμετωπίσω και το φόβο, νεαρός τότε εγώ, για δαιμονικά και νεράιδες που τόσες ιστορίες άκουγα για αυτά από τους μεγάλους! Αν και το δρομολόγιο δικαιολογούσε και διανυκτέρευση, επέστρεφα το βράδυ πάντα στο σπίτι μου.
Η διανομή τότε δε γινόταν από σπίτι σε σπίτι!
Το αγροτικό δρομολόγιο δεν πρόβλεπε διανομή ανά σπίτι. Θα θελα μια βδομάδα να τελειώσω, αν πήγαινα από σπίτι σε σπίτι! Υπήρχαν συγκεκριμένα σημεία διανομής πάνω στο κεντρικό μονοπάτι: οι πλατείες, τα καφενεία, τα σχολεία και άλλα επιλεγμένα μέρη στα διάσελα, στα αγνάντια και στα τρίστρατα. Πριν φτάσω στο σημείο συνάντησης καλούσα τους κατοίκους με την καραμούζα μου, αν και πολλοί γνώριζαν πάνω κάτω την ώρα που θα περνούσα και περίμεναν. Το μεγαλύτερο πρόβλημα το είχα στο Καταφύλλι που έπρεπε ώρα πολλή να σαλπίζω με την καραμούζα μου για να ειδοποιήσω όσους έμεναν σε απομακρυσμένες περιοχές, στους διάσπαρτους οικισμούς, να στείλουν κάποιον να παραλάβει την αλληλογραφία! Το καλό για μένα ήταν όταν είχαν πανηγύρι και τους έβρισκα όλους συγκεντρωμένους εκεί!
Τι περιείχε η αλληλογραφία
Η αλληλογραφία τότε είχε κυρίως γράμματα, δεδομένου ότι τότε είχε αρχίσει η μεγάλη εσωτερική μετανάστευση και είχαμε πολλούς ξενιτεμένους. Τα περισσότερα γράμματα έρχονταν από τις πόλεις του εσωτερικού, αλλά είχαμε και από το εξωτερικό: Γερμανία, Αμερική, Αυστραλία. Εκτός από τα γράμματα είχαμε πολλές κάρτες, φωτογραφίες και καρτ ποστάλ από φαντάρους και ξενιτεμένα παιδιά, αρκετές επιταγές, μικροδέματα, έγγραφα υπηρεσιών. Ήταν η εποχή που τα ΕΛΤΑ είχαν κάπως οργανωθεί και ένα γράμμα από την Αθήνα έφτανε το πολύ σε μια βδομάδα στον προορισμό του και σε δυο βδομάδες από Αυστραλία, χρόνος καλός για τότε.
Έστελναν εκείνη την εποχή οι εκδόσεις Κοντέος χάρτες, λεξικά, εγκυκλοπαίδειες με αντικαταβολή στα εννιά δημοτικά σχολεία που λειτουργούσαν τότε στον τομέα μου( Ρόγκια, Αργύρι, Μακρύκαμπο, Καταφύλλι, Κελλάρια, Μπράβα Καταφυλλίου, Γρυμπιανά και Νεοχώρια) και ήμουν αναγκασμένος να τα κουβαλάω παρά το μεγάλο βάρος τους και το κακό ήταν ότι πολλοί δάσκαλοι δεν τα παραλάμβαναν, γιατί δεν είχαν χρήματα στο ταμείο και έπρεπε να τα επιστρέψω!
Κάναμε λειτούργημα, βοηθούσαμε με κάθε τρόπο τους ανθρώπους.
Εκτός από την αλληλογραφία μεταφέραμε και τα νέα από το ένα χωριό στο άλλο. Ήμασταν αγγελιαφόροι καλών και κακών ειδήσεων και η μοναδική πηγή κάθε είδους πληροφοριών καθώς ούτε τηλεόραση υπήρχε τότε και τα τηλέφωνα λιγοστά! Ήμασταν ο μοναδικός συνδετικός κρίκος μεταξύ αυτών που ξενιτεύτηκαν κι αυτών που έμειναν πίσω. Έκανα και πολλές άλλες εξυπηρετήσεις, βοηθούσα τους ανθρώπους με κάθε τρόπο. Κουβαλούσα αλάτι, τραπουλόχαρτα και πετρέλαιο από το μονοπώλιο που λειτουργούσε τότε στα Βραγκιανά, τρόφιμα για τους δασκάλους στο Αργύρι και το Καταφύλλι, φάρμακα και από εκεί μετέφερα κλίτσες που έφτιαχνε ο Παν. Τσιούβας και μαχαίρια από τον Λάζ. Μπλάνη και τον Νίκο Φρύδα. Όλα αυτά τα χρόνια μπορεί να μετέφερα για παραγγελίες 200 με 300 κλίτσες!
Έγραφα γράμματα και κάτω από μια ομπρέλα
Παραλάμβανα τα καινούργια γράμματα από τους κατοίκους και από τα γραμματοκιβώτια που υπήρχαν σε κεντρικά σημεία των χωριών. Πολλές φορές κάποιοι που δεν γνώριζαν να γράφουν, μου τα υπαγόρευαν και τα έγραφα εγώ. Έτυχε κάποιες φορές με βροχή να γράφω γράμμα κάτω από την ομπρέλα!
Πηγαίναμε παντού και τα κάναμε όλα!
Υπηρετούσε τότε στο Ιατρείο στα Βραγκιανά ένας καλός αγροτικός γιατρός, ο Οδυσσέας Γκλένης, ο οποίος πολλές φορές ερχόταν μαζί μου στο δρομολόγιο για να δει τους κατοίκους των άλλων χωριών. Μου έμαθε να μετράω την πίεση και άκουγα τις συμβουλές που έδινε στους αρρώστους. Φεύγοντας από το χωριό μου άφησε ένα πιεσόμετρο. Το έπαιρνα πάντα μαζί μου. Μια φορά σε ένα σπίτι που πήγα σε κάποιο χωριό μου παραπονέθηκε ο σπιτονοικοκύρης ότι είχε ζαλάδες, πονοκεφάλους και βόμβους στα αυτιά. Τον βρήκα μάλιστα να τρώει τηγανιτά αυγά για να δυναμώσει, όπως μου είπε, επειδή ένιωθε έντονη αδυναμία! Του μέτρησα την πίεση. Είχε ανέβει στο 23! Είχα ακούσει ότι με τις βεντούζες πέφτει λίγο. Πράγματι, όταν η κόρη του του έκοψε βεντούζες, η πίεση έπεσε στο 21. Τον έστειλα στο γιατρό στη Μεγαλόχαρη και μετά πήγε στην Άρτα. Όταν γύρισε, δεν ήξερε πώς να με ευχαριστήσει. Αργότερα γίναμε και κουμπάροι. Καθυστερούσα πολύ να επιστρέψω κάποιες φορές γιατί σταματούσα να μετρήσω την πίεση σε όσους μου το ζητούσαν!
Και πολλά άλλα περιστατικά είχα όλα αυτά τα χρόνια αλλά αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι το περιστατικό που μου συνέβη στην Αγία Κυριακή Καταφυλλίου. Ήταν μια συννεφιασμένη μέρα, είχα φτάσει στην Αγία Κυριακή και σταμάτησα στο καφενείο του Κωστή Τσιάκαλου να φάω κάτι και να συνεχίσω. Έδεσα και το άλογό μου σε ένα πουρνάρι που υπήρχε λίγο παραπέρα και του έριξα κάτι να φάει. Σε λίγο άρχισε να αστράφτει και να βροντά. Ετοιμάστηκα να φύγω.
-Μην πας πουθενά, μου είπε ο καφετζής ο καιρός είναι άσχημος!
-Θα φύγω, του λέω, γιατί έχω να πάω και αλλού.
Καβάλησα το άλογο και ξεκίνησα. Δεν πρόλαβα να προχωρήσω λίγα μέτρα και ένας κεραυνός με δυνατό κρότο έπεσε στο πουρνάρι πίσω μου, που πριν λίγο είχα δεμένο το άλογό μου! Είχα πραγματικά Άγιο…
Το 1980 πήρα μετάθεση για την Αθήνα. Ήρθε στη θέση μου ο Γ. Κωτής, από το Ανθηρό. Το 2011 τα ΕΛ.ΤΑ έκλεισαν δυστυχώς, μετά από 30 χρόνια λειτουργίας, το γραφείο στα Βραγκιανά όπως και τα άλλα γραφεία τους βέβαια στην Αργιθέα.
Πέρασα καλά στα χωριά. Δεν έχω παράπονο. Μέσα σε όλες τις δυσκολίες, η φιλοξενία του κόσμου ήταν κάτι που μου έχει μείνει. Θυμάμαι πάντα με πόση λαχτάρα με περίμεναν όλοι για να πάρουν από τους ξενιτεμένους τους, και ήταν πολλοί, μια κάρτα, ένα γράμμα, ένα καλό νέο.
Με τιμούσαν οι άνθρωποι και ακόμα με θυμούνται πολλοί και με παίρνουν τηλέφωνο.
Μου έλειψαν τα πανηγύρια, οι γιορτές και η αγάπη του κόσμου στην Αργιθέα.
Τη διαδρομή αυτή παρόλο που είναι γεμάτη νοσταλγικές αναμνήσεις για μένα, αν και θα θελα, δύσκολο θα μπορούσα τώρα να την ξανακάνω τώρα έστω και μία φορά!
------------------------------------------
ΥΓ1. Επειδή οι μνήμες με τον καιρό ξεθωριάζουν, καλοδεχούμενες επισημάνσεις, διορθώσεις, άλλες πληροφορίες αλλά και φωτογραφίες.
ΥΓ2. Για μένα ήταν πολύ συγκινητικό να ακούω όλες αυτές τις ιστορίες και πολλές άλλες που μου αφηγήθηκε κατά καιρούς και να ζωντανεύουν μνήμες του παρελθόντος επηρεασμένος, ασφαλώς, από τα δικά μου παιδικά βιώματα. Μικρός μαθητής τότε στο Δημοτικό θυμάμαι που ερχόταν στο σχολείο μας να παραδώσει την υπηρεσιακή αλληλογραφία του σχολείου και κάποια γράμματα σε όσους δεν κατάφερε να βρει. Η χαρά μου τότε ήταν διπλή. Πρώτα γιατί ο δάσκαλος τον έπαιρνε στο γραφείο για να ετοιμάσει την αλληλογραφία και συζητούσαν για πολλή ώρα και εμείς οι μαθητές είχαμε τη μέρα αυτή μεγάλο διάλειμμα και δεύτερο γιατί, μικρός φιλοτελιστής τότε, όλο και κάποιο καινούργιο γραμματόσημο θα αποκτούσα κάνοντας ανταλλαγή με τους συμμαθητές μου για τη θεματική συλλογή μου. Έχω ακόμη στην βιβλιοθήκη μου, το άλμπουμ με εκατοντάδες γραμματόσημα εκείνης της εποχής χωρισμένο σε θεματικές ενότητες: Παραδοσιακές ενδυμασίες, μυθολογία,1821, κ. α.
Σήμερα αυτή η γραφική και παραδοσιακή μορφή του ταχυδρόμου, που περπατούσε με τα πόδια καθημερινά δεκάδες χιλιόμετρα και σφύριζε με την καραμούζα του για να μαζέψει τον κόσμο στα κεντρικά σημεία των χωριών, δεν υπάρχει! Και, ασφαλώς, χάθηκαν και οι επιστολές! Τα παραδοσιακά εκείνα γράμματα με το λευκό και το γαλάζιο χρώμα, που τα γράφαμε με το χέρι, κολλάγαμε πάνω το γραμματόσημο, τα ρίχναμε στο γραμματοκιβώτιο και προσμέναμε την απάντηση. Όλα αυτά αποτελούν πλέον μια νοσταλγική ανάμνηση! Η ηλεκτρονική αλληλογραφία έχει υποκαταστήσει τα πάντα στη μεταφορά των ειδήσεων, χάθηκε αυτή η προσωπική σχέση και ο ταχυδρόμος είναι πια μεταφορέας κυρίως λογαριασμών ΔΕΗ, ΟΤΕ, Τραπεζών, νερού και κάποιων περιοδικών και εντύπων!
Ο ταχυδρομικός διανομέας, και ιδιαίτερα ο αγροτικός, αποτελούσε επί δεκαετίες ένα πρόσωπο αγαπητό στην ελληνική ύπαιθρο. Αγγελιαφόρος, κομιστής μηνυμάτων, ευχάριστων ή και δυσάρεστων αλλά και των πολυπόθητων επιταγών και εμβασμάτων από τους ξενιτεμένους. Εχέμυθος και συνεπής με το λειτούργημά του, είχε άμεση επαφή με τον κόσμο και πολλές φορές συναισθηματικό δέσιμο με τις οικογένειες τόσο στις χαρές, όσο και στις λύπες.
Το κοπιαστικό και δύσκολο επάγγελμα-λειτούργημα τού ταχυδρόμου αγαπήθηκε, σε ολόκληρη την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο που ενέπνευσε τη λαϊκή μούσα και διαχρονικά όλους σχεδόν τους μεγάλους ποιητές από τον Σολωμό και τον Παλαμά μέχρι το Σεφέρη και τον Ελύτη και αλλά και πλήθος στιχουργών και σκηνοθετών!
ΥΓ3. Ακολουθεί ένας χάρτης και ένα βίντεο με εικόνες από το δρομολόγιο του ταχυδρόμου και με το αργιθεάτικο τραγούδι «Να ΄χα έναν ταχυδρόμο», με το Στέργιο Βλαχογιάννη.